Η Βιταμίνη D ή «Βιταμίνη του ήλιου»

Η βιταμίνη D είναι πολύτιμη, αφού ο ρόλος της είναι καταλυτικός στην αποθήκευση του ασβεστίου από τον οργανισμό. Επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι, αντί για πλεόνασμα, έχουμε μάλλον έλλειμμα της βιταμίνης αυτής! Η ανεπάρκεια βιταμίνης D αφορά όλες τις ηλικίες στην Ελλάδα, αλλά τα ποσοστά ανεβαίνουν πολύ στους μεγαλύτερους: Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, περίπου το 60% των Ελλήνων άνω των 65 ετών έχουν ανεπάρκεια βιταμίνης D. Οι ειδικοί λοιπόν συμβουλεύουν να αναθεωρήσουμε τη σχέση μας με τον ήλιο κάνοντας τον φίλο μας, έστω για 15 λεπτά την ημέρα.

Χρειαζόμαστε καθημερινά περίπου 400 μονάδες βιταμίνης D. Έχει φανεί ότι περίπου το 90% της βιταμίνης D που χρειαζόμαστε το παίρνουμε από τον ήλιο. Η υπεριώδης ακτινοβολία διασπά τη χοληστερίνη που βρίσκεται στο δέρμα και έτσι συντίθεται η βιταμίνη D. Έχει μάλιστα υπολογιστεί ότι 20 λεπτά καθημερινής έκθεσης στον ήλιο (των άνω άκρων και του προσώπου) είναι αρκετά για να πάρουμε την ποσότητα που χρειαζόμαστε. Το υπόλοιπο 10% της βιταμίνης D που έχουμε ανάγκη το παίρνουμε από τις τροφές (γαλακτοκομικά, αυγά και λιπαρά ψάρια). Επομένως, είναι προφανές ότι η σημαντικότερη πηγή βιταμίνης D είναι ο ήλιος και η διατροφή λειτουργεί επικουρικά. Κάποιος θα αναρωτιόταν ίσως γιατί δεν επαρκούν η ποσότητα που βρίσκεται στα διάφορα τρόφιμα. Η απάντηση είναι ότι δυστυχώς η ποσότητα της συγκεκριμένης βιταμίνης είναι περιορισμένη στα τρόφιμα. Έτσι, αν δεν μας έβλεπε καθόλου ο ήλιος, για να πάρουμε τη δόση βιταμίνης D που χρειαζόμαστε καθημερινά, θα έπρεπε να φάμε 20 αυγά ή 7,5 λίτρα γάλα ή 2 πιάτα σαρδέλες. Και όπως είναι προφανές, κάτι τέτοιο είναι μάλλον αδύνατο.

Το παράδοξο είναι ότι ενώ η βιταμίνη D συντίθεται με τη βοήθεια του ήλιου, τότε εμείς οι Έλληνες που ζούμε σε μια ηλιόλουστη χώρα θα έπρεπε να έχουμε όση βιταμίνη D χρειαζόμαστε. Παρ’ όλα αυτά, τα πράγματα δεν είναι έτσι και, σύμφωνα με έρευνες, οι μεσογειακοί λαοί φαίνεται να έχουμε παραδόξως ανεπάρκεια ή ίσως όχι επαρκή ποσότητα βιταμίνης D στον οργανισμό μας.

Μια ολλανδική έρευνα, που έγινε το 1995 και δημοσιεύτηκε στο «Lancet», έδειξε ότι οι Έλληνες, οι Ισπανοί και οι Ιταλοί που μετρήθηκαν είχαν πολύ λιγότερη βιταμίνη D σε σχέση με τους Νορβηγούς, τους Δανούς, τους Ελβετούς και τους Γάλλους που πήραν μέρος στην ίδια έρευνα. Οι Νορβηγοί και οι Δανοί είχαν περίπου 45 nmol/L, οι Γάλλοι και οι Ελβετοί είχαν περίπου 30 και οι μεσογειακοί λαοί κάτω από 20.

Το 2005 έγινε μια αμερικανική έρευνα σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και με οστεοπόρωση, που έπαιρναν μάλιστα και συμπληρώματα βιταμίνης D, και παρ’ όλα αυτά το 81% από αυτές στη Μέση Ανατολή -όπου υπάρχει μεγάλη ηλιοφάνεια- είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D, ενώ στην κεντρική Ευρώπη και στην Αμερική το ποσοστό των γυναικών με ανάλογη ανεπάρκεια ήταν 50%.

Οι λόγοι αυτού του φαινομένου είναι οι εξής:

Στη Μεσόγειο υπάρχουν άνθρωποι με πιο σκούρο δέρμα απ’ ότι στη βόρεια Ευρώπη, οπότε η σύνθεση της βιταμίνης D από τον ήλιο στο δέρμα δυσχεραίνεται λόγω της μελανίνης.

Γενικά, αν και έχουμε ηλιοφάνεια αρκετούς μήνες το χρόνο, το περισσότερο διάστημα έχουμε καλυμμένα τα χέρια μας -το σημείο του σώματος όπου συντίθεται η βιταμίνη D- με ρούχα. – Τα τελευταία χρόνια αποφεύγουμε τελείως τον ήλιο, επειδή φοβόμαστε τον καρκίνο του δέρματος. Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατη ελληνική μελέτη σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, το 28,6% των γυναικών αυτών εκτίθενται στον ήλιο λιγότερο από 20 λεπτά την ημέρα και αυτές οι γυναίκες έχουν στατιστικά μεγαλύτερο κίνδυνο για οστεοπορωτικό κάταγμα.

Χρησιμοποιούμε αντηλιακά με πολύ υψηλό δείκτη προστασίας, που εμποδίζουν τη σύνθεση της βιταμίνης D στο δέρμα.

Η μόλυνση της ατμόσφαιρας στις μεγάλες πόλεις όπου κινούμαστε καθημερινά εμποδίζει την ηλιακή ακτινοβολία να φτάσει τελικά στο δέρμα μας.

Οι άνθρωποι μετά τα 70 τους χρόνια παρουσιάζουν μείωση της ικανότητας παραγωγής της βιταμίνης D στο δέρμα κατά 30%.

Στις μεσογειακές χώρες δεν καταναλώνουμε τόσο τις λιπαρές τροφές που περιέχουν βιταμίνη D, αφού το κύριο λίπος της διατροφής μας είναι το ελαιόλαδο, που δεν μας δίνει βιταμίνη D. – Ίσως υπάρχει μια γενετική προδιάθεση σε ορισμένους ανθρώπους που εμποδίζει τη σύνθεση επαρκούς ποσότητας βιταμίνης D.

Τι μπορούμε να κάνουμε;

Είναι γνωστό ότι ο ήλιος μπορεί να γίνει επικίνδυνος, κυρίως αν δεχόμαστε τις ακτίνες του πολλή ώρα και μάλιστα χωρίς αντηλιακό. Γι’ αυτό και πρέπει να φοράμε καπέλο, να χρησιμοποιούμε αντηλιακό και να αποφεύγουμε την υπερβολική έκθεση στον ήλιο τις επικίνδυνες ώρες (11.00-16.00). Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία είναι πολύ σημαντική όχι μόνο για τη σύνθεση της βιταμίνης D, αλλά και για την καλύτερη λειτουργία ολόκληρου του οργανισμού (όταν καθόμαστε στον ήλιο, βελτιώνεται η διάθεσή μας, διάφορα δερματικά νοσήματα κ.ά.). Έτσι, μπορούμε να φροντίζουμε να βρισκόμαστε καθημερινά για 15-20 λεπτά στον ήλιο έχοντας το πρόσωπο και τα χέρια μας εκτεθειμένα, χωρίς αντηλιακά. Ας μην ξεχνάμε ότι όσο πιο σκουρόχρωμο δέρμα έχουμε, τόσο πιο πολλή ώρα έχουμε ανάγκη να μας «βλέπει» ο ήλιος για να παραχθεί η απαραίτητη βιταμίνη D, παρακάμπτοντας τη μελανίνη του δέρματος που την εμποδίζει. Αυτό δεν είναι απαραίτητο να γίνει στην παραλία· μπορούμε να «πάρουμε» τον ήλιο που χρειαζόμαστε στη βεράντα ή στον κήπο του σπιτιού μας, στο δρόμο καθώς περπατάμε.

Αν θέταμε το ζήτημα των συμπληρωμάτων θα λέγαμε ότι είναι απαραίτητα κυρίως για όσους πάσχουν από οστεοπόρωση ή είναι μεγαλύτεροι από 65 ετών ή όσους έχουν αυτοάνοσα νοσήματα, καθώς μία μελέτη που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία δύο από τα σπουδαιότερα πανεπιστήμια του κόσμου, του Harvard και του UCLA της Καλιφόρνιας, συμπέρανε ότι η παρουσία της βιταμίνης D είναι απαραίτητη για να μπορούν τα κύτταρα να έχουν πρόσβαση στη «βιβλιοθήκη» του DNA.

Μενού